Ξύπνησε ο Νικόλας 2 ώρες νύχτα σήμερα. Ξημερώνει του Αϊ-Νικόλα και έχει γιορτή το σπίτι , είναι η ονομασία του . Και έχει έναν καιρό , τα κακά του χάλια. Αέρας δυνατός, νοτιάς , ανεμοσούρι και βροχή. Έχει ένα σωρό δουλειές να κάνει και ως τις 9 να είναι και στην Εκκλησιά για το Ύψωμα. Στο λεπτό όλοι στο πόδι, η κυρά του, τα παιδάκια και ο παππούς με τη γιαγιά. Άναψε τη φωτιά, λαμπάδιασε το τζάκι και μαζεύτηκαν όλοι γύρω . Στα γρήγορα να πιούνε τον καφέ και μετά ο καθένας τη δουλειά του. Τα μικρά είναι για το σχολειό , με το ξημέρωμα έρχεται το ταξί να τα πάρει για τη Μενίνα. Εκεί μαζεύονται όλα τα παιδιά από καμιά εικοσαριά χωριά, δεν λειτουργεί άλλο δημοτικό σχολείο. Αυτός με τον πατέρα του θα φύγουνε για το Χειμάδι να ετοιμάσουν τα ζώα. Τώρα είναι πάνω στο « γέννο » το κοπάδι. Τώρα τους θέλει ορθούς , αν είναι δυνατόν όλη την ώρα. Πιο πρόβατο γέννησε, πως είναι το αρνάκι, να σταθεί στα πόδια του , να μη κρυώσει , να πιεί το πρωτόγαλα. Μπερδεύονται πολλές φορές οι μάνες , δεν αναγνωρίζουν τα μικρά τους και μετά δεν τα αφήνουν να θηλάσουν. Είναι φορές που γεννιώνται πολλά μαζί και άντε να βρεις άκρη ποιο αρνί είναι ποιας προβατίνας. Όλα πρέπει να πιούνε γάλα πρωί – πρωί γιατί μετά θα μείνουν για ώρες μόνα τους. Όσα τα καταφέρνουν μόνα τους εντάξει , τα άλλα χρειάζονται προσθήλασμα από τον βοσκό. Κρατάει δηλαδή τις δύστροπες μάνες και βοηθάει τα ανήμπορα μικρά να χορτάσουν. Όταν πια σιγουρευτεί ότι όλα είναι όπως πρέπει , χωρίζει τα αρνιά , τα κλείνει στο ιδιαίτερο στάβλο των αρνιών και αφήνει το κοπάδι για βοσκή. Αλλά θέλει κόπο αυτή η δουλειά, ιδιαιτέρως τώρα με τη βροχή και τη λάσπη που έχει μαζευτεί στο έδαφος. Όπου πατάς γλιστράει στο μαντρί , είναι καλντερίμι και έχει μεγάλη κλίση ώστε να βοηθάει στο σκούπισμα, αλλά τώρα με τη βροχή μπορεί εύκολα να βρεθεί κανείς φαρδύς πλατύς στη λάσπη. Με το που σκολνά λοιπόν ο Νικόλας αφήνει τις άλλες δουλειές στον πατέρα και δρόμο αυτός για το σπίτι. Να πλυθεί , να ετοιμαστεί για το χωριό. Ήδη και η κυρά του ετοίμασε το πιάτο με τη σιτάρι, το πρόσφορο, πρόλαβε και κάτι πρωινά μαγειρέματα, τις πίτες τις φτιάξει από χτες, και θα αφήσει για μετά το τηγάνι. Θα έρθει όλο το χωριό σήμερα για « Χρόνια Πολλά » και από τα γύρω χωριά όλοι οι συγγενείς. Ακούστηκε καλά η τρίτη καμπάνα , τον έφερε ο αέρας, ο νοτιάς, τον ήχο της σαν ήταν εδώ κοντά. Σε λίγα λεπτά είναι έτοιμοι , στο αμάξι και στο λεπτό έφτασαν στο χωριό. Πάνω που διάβαζε ο παππάς το Ευαγγέλιο. Εντάξει όλα, ανάψανε τις λαμπάδες τους, ακουμπήσανε το ΄Υψωμα στη θέση του, προσκύνησαν και πιάσανε τη θέση τους μαζί με τους άλλους . Καμιά εικοσαριά σήμερα, πάλι καλά και στον Αϊ-Δονάτο στην Παραμυθιά δε θάναι τόσοι, είναι και καθημερινή σήμερα είναι και παλιομέρα. Παιδιά , κανένα, γι’ αυτό ο Νικόλας κράτησε αυτός σήμερα το θυμιατό με τη λαμπάδα όταν βγήκε ο παππάς με τα Άγια. Τις Κυριακές το κάνει γιός του αυτό , ο Σταυράκης, που λέει μάλιστα και το Πάτερ ημών από όταν ήταν ακόμα στο νηπιαγωγείο, δυνατά και καθαρά και ευχαριστιούνται οι μεγάλοι. Όλοι του λένε « μπράβο Σταύρο , πάρε ένα κέρασμα από το μαγαζί! » . Ως τις 10 τελειώνει η Λειτουργία και μετά το Αντίδωρο έρχεται η ώρα για το Ύψωμα.
Να μπροστά στην Ωραία Πύλη ο Νικόλας και η Μαρίκα και ο Παππάς διαβάζει τις ευχές « Μέγα το όνομα….», ευλογεί τον « Σίτον και τον Άρτον » που μετά θα μοιραστεί σε όλο το Εκκλησίασμα αλλά και σε άλλους που δεν βρέθηκαν στην εκκλησία. Ο εορταζόμενος παίρνει ιδιαίτερο άρτο από το χέρι του ιερέα που συγχρόνως ψέλνει τον πάντα επίκαιρο και πόσο μάλλον σήμερα, ύμνο « Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριο ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού ». Δεν τα πολυκαταλαβαίνουν όλα , αλλά αυτό δεν τους προβληματίζει και πολύ. Έχουν πίστη και εμπιστοσύνη στην Ιερή μας Παράδοση και κάνουν αυτό που έκαναν γενιές και γενιές προγόνων. Γιατί αυτά που ακούνε δεν και πολύ αλλιώτικα από την ευχή του Αϊ – Γιώργη των Ιωαννίνων που είχε δώσει στον παλιό τον Σταύρο Μαρτίνη, τον παπού του παπου-Νικόλα. Πέρναγε ο Άγιος τότε για το Τσάμικο , έφτασε ως τη Γούργαρη, εκεί στην Κόντρα του Τρύφανου είχε τη στρούγκα του ο Σταυρο-Μαρτίνης, στάθηκε λίγο να αποκάμει από την πορεία, έμαθε πως τούτος ο δρόμος είναι επικίνδυνος από εδώ και κάτω, έχει κλέφτες και ληστές καλύτερα από τη Ρεβενή του είπαν. Τσάκισε και την πείνα του με μια « τρίψα γάλα » από το κοπάδι του Σταύρου , φχαριστήθηκε και τούδωκε και την ευχή « ποτέ να μη σου λείψει Χριστιανέ μου » και έτσι το καταλαβαίνει ο Νικόλας άμα ακούει « ….ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού….»